Γράφει η Δήμητρα Δήμου.
Η κατανάλωση καυτερών φαγητών συχνά συνοδεύεται από έντονες αντιδράσεις του σώματος, όπως ρινική καταρροή, δάκρυα και αίσθημα καύσου στη γλώσσα. Αυτά τα συμπτώματα οφείλονται κυρίως σε μια χημική ουσία που ονομάζεται καψαϊκίνη, η οποία βρίσκεται στις πιπεριές τσίλι και είναι υπεύθυνη για την χαρακτηριστική καυτερή γεύση τους.
Η καψαϊκίνη αλληλεπιδρά με τους υποδοχείς πόνου και θερμότητας στις βλεννώδεις μεμβράνες του σώματός μας. Όταν οι υποδοχείς αυτοί ενεργοποιούνται, ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται μια «ψευδή» απειλή, σαν να έχει υπάρξει έκθεση σε υπερβολική θερμότητα. Το σώμα αντιδρά άμεσα για να προστατευθεί:

Η μύτη παράγει βλέννα για να «ξεπλύνει» το ερέθισμα.
Τα μάτια δακρύζουν, προσπαθώντας να απομακρύνουν τον ερεθισμό.
Τα σάλια αυξάνονται, βοηθώντας στη διάσπαση και αποβολή του καυτερού συστατικού.
Επιπλέον, και άλλα μπαχαρικά όπως το wasabi ή η μουστάρδα περιέχουν ουσίες όπως το ισοθειοκυανικό αλλύλιο, που προκαλούν παρόμοια ερεθιστική αίσθηση.

Αν και η καψαϊκίνη δεν είναι τοξική για τον άνθρωπο, η υπερβολική κατανάλωση καυτερών φαγητών μπορεί να προκαλέσει γαστρεντερική δυσφορία, ερεθισμό στο στομάχι ή ακόμα και έντονη εφίδρωση. Ωστόσο, για πολλούς λάτρεις της πικάντικης γεύσης, η πρόκληση αξίζει τον κόπο, αφού η καψαϊκίνη έχει και οφέλη, όπως η πιθανή ενίσχυση του μεταβολισμού και η ανακούφιση από τον πόνο μέσω της παραγωγής ενδορφινών.

Φωτό: unsplash.com