
Εκείνος…
Κοίταξε την γυναίκα που περπατούσε δίπλα του. Μα ποια ήταν; Δεν μπορούσε πια να θυμηθεί. Είχε αλλάξει τόσο πολύ που πλέον του ήταν άγνωστη. Πόσο του είχε λείψει εκείνο το κορίτσι που κούρνιαζε στην αγκαλιά του. Εκείνο το κορίτσι που τον έκανε να νιώθει τόσο δυνατός.
Ήθελε τόσο πολύ να της μιλήσει για αυτό μα ήταν σαν να την άκουγε.. «Σοβαρά τώρα τι λες; Εγώ έχω αλλάξει που έχω αφιερωθεί τόσα χρόνια σε εσένα; Αλήθεια τώρα; Δεν έχω αλλάξει..» Όμως αυτό ήθελε να της πει. Ότι δεν φταίει εκείνη, ποτέ δεν έφταιγε, εκείνος κάπου χάθηκε στον δρόμο και δεν ήξερε πώς να την φτάσει. Χάθηκε προσπαθώντας για την καθημερινότητα τους. Χάθηκε στα μικρά ή μεγάλα καθημερινά. Στις συμβουλές των γέρων… «πρέπει να δείξεις ποιος είναι ο αρχηγός», «μη σου πάρει τον αέρα.. κάηκες».
Ήθελε να της πει πως δεν την φτάνει. Να του δείξει λίγο το δρόμο. Να του χαμογελάσει μήπως και φωτίσει ο δρόμος του και την προλάβει. Μα πώς να τα πει όλα αυτά. Που δεν ήξερε τις σωστές λέξεις και εκείνη μιλούσε πάντα τόσο… τόσο σωστά και πολλές φορές τον διόρθωνε. Εκείνη που έμοιαζε να καταφέρνει τα πάντα. Εκείνη που δεν τον χρειαζόταν πια.