Γράφει η Δήμητρα Δήμου.
Η υπεριδρωσία είναι μια κατάσταση κατά την οποία το σώμα παράγει υπερβολική ποσότητα ιδρώτα, πέρα από αυτό που είναι φυσιολογικό για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος. Ο ιδρώτας είναι ένας μηχανισμός ψύξης που βοηθά το σώμα να διατηρήσει τη σωστή θερμοκρασία, αλλά όταν η παραγωγή του είναι υπερβολική και ανεξάρτητη από περιβαλλοντικούς ή φυσιολογικούς παράγοντες, μπορεί να αποτελεί ένδειξη ότι κάτι δεν πάει καλά.
Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι υπεριδρωσίας:
Πρωτοπαθής υπεριδρωσία: Αυτή αφορά την τοπική και ανεξήγητη υπερβολική παραγωγή ιδρώτα σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος, όπως τα χέρια, τα πόδια, οι μασχάλες ή το πρόσωπο. Η αιτία δεν είναι γνωστή και συχνά αποδίδεται σε υπερδραστηριότητα των ιδρωτοποιών αδένων, χωρίς κάποια υποκείμενη ιατρική κατάσταση. Αυτή η μορφή συνήθως αρχίζει από την παιδική ηλικία ή την εφηβεία και είναι πιο πιθανό να έχει κληρονομική προδιάθεση.

Δευτεροπαθής υπεριδρωσία: Αυτή προκαλείται από υποκείμενες ιατρικές καταστάσεις ή παράγοντες, όπως:
Ορμονικές αλλαγές (π.χ. κατά την εμμηνόπαυση, υπερθυρεοειδισμός).
Λοιμώξεις (π.χ. φυματίωση).
Φάρμακα (ορισμένα αντικαταθλιπτικά ή αντιπυρετικά).
Διαβήτης ή υπογλυκαιμία.
Νευρολογικές παθήσεις.
Καρκίνος (π.χ. λεμφώματα).
Στρες και άγχος.
Πότε δεν είναι φυσιολογικός ο ιδρώτας;
Ο υπερβολικός ιδρώτας μπορεί να θεωρηθεί μη φυσιολογικός όταν:

Δεν σχετίζεται με θερμό περιβάλλον ή άσκηση.
Εμφανίζεται σε περίεργες ώρες, όπως κατά τη διάρκεια του ύπνου.
Επηρεάζει την καθημερινότητα και προκαλεί δυσφορία ή άγχος.
Συνοδεύεται από άλλα συμπτώματα όπως απώλεια βάρους, πυρετό, κόπωση ή ταχυκαρδία.
Αν παρατηρείτε απρόσμενες ή ανεξήγητες αλλαγές στην ποσότητα του ιδρώτα, συνιστάται να συμβουλευτείτε γιατρό για περαιτέρω έλεγχο, καθώς μπορεί να υποδηλώνει υποκείμενες ιατρικές παθήσεις που χρήζουν θεραπείας.

Φωτό: unsplash.com