Γράφει η Εύα Καλαβρή.
Όταν ο πόλεμος γίνεται πρωτοσέλιδο και κυρίαρχο θέμα σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα social media, τότε τα παιδιά θα δουν, θα ακούσουν, θα συζητήσουν και θα σκεφτούν διάφορα… Όσο μακριά και αν είναι από τις συγκρούσεις, όση “απόσταση ασφαλείας” κι αν έχουν, είναι πιθανό να βιώσουν συναισθήματα όπως φόβο, θλίψη, άγχος και θυμό.
Τα παιδιά αναζητούν στους γονείς τους την αίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας, ακόμη περισσότερο σε περιόδους κρίσης. Και οι γονείς συχνά δεν είναι προετοιμασμένοι να απαντήσουν στις ερωτήσεις των παιδιών ή λανθασμένα νομίζουν ότι τα παιδιά, ιδιαίτερα τα μικρότερα, δεν καταλαβαίνουν ή δεν επηρεάζονται.
Ας δούμε με ποιους τρόπους μπορούμε να προσεγγίσουμε τα παιδιά μας και να τους παρέχουμε υποστήριξη και παρηγοριά, σε αυτές τις δύσκολες περιόδους.
1. Προσπαθούμε να μάθουμε πως αισθάνονται
Επιλέγουμε τον κατάλληλο τόπο και χρόνο για τέτοιου είδους συζητήσεις. Τα παιδιά μιλούν πιο ελεύθερα όταν αισθάνονται χαλαρά και άνετα, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια ενός οικογενειακού γεύματος ή όταν καθόμαστε μαζί τους για παιχνίδι. Αποφεύγουμε να μιλήσουμε για θέματα πολέμου πριν τον ύπνο.
Είμαστε ενεργοί ακροατές, ρωτάμε τα παιδιά τι ξέρουν και πως νιώθουν. Με τα μικρότερα παιδιά επικοινωνούμε μέσα από το παιχνίδι, τη ζωγραφική, τις ιστορίες. Τα παιδιά είναι πιθανό να ανακαλύψουν ειδήσεις με πολλούς τρόπους και η ανοιχτή συζήτηση είναι μια ευκαιρία να τα καθησυχάσουμε κι ενδεχομένως να διορθώσουμε τυχόν ανακριβείς πληροφορίες που μπορεί να έχουν ακούσει.
Συνειδητοποιούμε ότι τα παιδιά φιλτράρουν πολύ διαφορετικά τις πληροφορίες που δέχονται. Σκληρές εικόνες στις ειδήσεις μπορεί να τα κάνουν να νιώθουν ότι βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο. Ακόμη και αν οι συγκρούσεις είναι μακριά, τα παιδιά, ακόμη και τα μεγαλύτερα μπορεί να φοβούνται ότι τα γεγονότα θα κλιμακωθούν.
Φροντίζουμε να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματά τους και να τα διαβεβαιώσετε πως ό,τι αισθάνονται είναι φυσιολογικό. Δείχνουμε ότι ακούμε, δίνουμε πλήρη προσοχή και υπενθυμίζουμε ότι μπορούν να απευθύνονται σε εμάς όποτε θέλουν.
2. Προσαρμοζόμαστε στις ανάγκες κάθε ηλικίας
Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τι συμβαίνει στον κόσμο και οι ενήλικες έχουν ευθύνη να τα προστατεύουν από τη θλίψη. Κάθε γονέας γνωρίζει καλύτερα το παιδί του. Χρησιμοποιούμε κατάλληλη γλώσσα για την κάθε ηλικία, παρακολουθούμε τις αντιδράσεις τους και να είμαστε σε εγρήγορση να κατανοούμε τα επίπεδα άγχους τους.
Είναι φυσιολογικό και οι μεγάλοι να νιώθουμε θλίψη, οργή ή ανησυχία για ό, τι συμβαίνει επίσης. Πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι τα παιδιά αντλούν συναισθηματικά σημάδια από τους ενήλικες, οπότε προσπαθούμε να μην μοιραζόμαστε υπερβολικά φόβους με τα παιδία μας. Μιλάμε σταθερά και ήρεμα, προσέχοντας τη γλώσσα του σώματος, όπως τους μορφασμούς του προσώπου.
Όσο μπορούμε, καθησυχάζουμε τα παιδιά μας ότι είναι ασφαλή από κάθε κίνδυνο. Υπενθυμίζουμε τους ότι πολλοί άνθρωποι εργάζονται σκληρά σε όλο τον κόσμο για την ειρήνη.
Είναι απολύτως εντάξει να μην έχουμε την απάντηση σε κάθε ερώτηση. Μπορούμε να πούμε ότι πρέπει να το ψάξουμε ή να το αξιοποιήσουμε ως ευκαιρία με μεγαλύτερα παιδιά για να βρούμε μαζί τις απαντήσεις. Χρησιμοποιούμε αξιόπιστες πηγές και προσέχουμε πάρα πολύ τα ψεύτικα νέα, τις επεξεργασμένες φωτογραφίες και την άποψη του καθενός που διατυπώνεται ελεύθερα στο διαδίκτυο. Προσπαθούμε να “εκπαιδεύσουμε” τα παιδιά να ξεχωρίζουν εύκολα τέτοιους κινδύνους.
3. Διαδίδουμε συμπόνοια και όχι στίγμα
Ο πόλεμος φέρνει μαζί του προκαταλήψεις, διχασμό, διακρίσεις… Αποφεύγουμε τις ταμπέλες όπως «κακοί άνθρωποι» και ενθαρρύνουμε τη συμπόνια για παράδειγμα για τις οικογένειες που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Υπενθυμίζουμε στα παιδιά μας ότι όλοι αξίζουν να είναι ασφαλείς στο σχολείο και στην κοινωνία. Ο εκφοβισμός και οι διακρίσεις είναι πάντα λανθασμένες και ο καθένας θα πρέπει να κάνει ό, τι περνάει από το χέρι του του για να μοιράσουμε καλοσύνη και αλληλοϋποστήριξη.
4. Εστιάζουμε στην αλληλεγγύη και στη βοήθεια
Είναι σημαντικό τα παιδιά να γνωρίζουν ότι οι άνθρωποι βοηθούν ο ένας τον άλλον με πράξεις καλοσύνης. Εντοπίζουμε ιστορίες ανταπόκρισης και βοήθειας. Η αίσθηση του να κάνεις κάτι, όσο μικρό κι αν είναι, μπορεί συχνά να φέρει μεγάλη ανακούφιση.
Μπορεί το παιδί μας να θέλει να συμμετάσχει σε μια θετική δράση. Ίσως να σχεδιάσει κάτι ή να γράψει ένα ποίημα για την ειρήνη.
5. Παρατηρούμε τις αντιδράσεις των παιδιών και ελέγχουμε τακτικά
Πρέπει να συνεχίσουμε να επικοινωνούμε με τα παιδία μας και να ρωτάμε πως αισθάνονται, αν έχουν νέες ερωτήσεις ή θέματα για τα οποία θα ήθελαν να μιλήσουν μαζί μας.
Παρατηρούμε και εντοπίζουμε τυχόν αλλαγές στον τρόπο συμπεριφοράς ή στην καθημερινότητα όπως πονοκεφάλους, εφιάλτες ή δυσκολίες στον ύπνο. Εάν τέτοιες αντιδράσεις διαρκούν πολύ και πιστεύετε ότι οφείλονται σε στρες, το παιδί σας μπορεί να χρειαστεί ειδική υποστήριξη.
Στη διαχείριση του στρες βοηθούν διάφορες ασκήσεις αναπνοής καθώς και το κλείνετε τη μέρα σας με κάτι θετικό, μια αγκαλιά, ένα όμορφο παραμύθι, ένα πλάνο για το άμεσο μέλλον.
6. Περιορίζουμε την έκθεση σε ειδήσεις / εικόνες
Πρόκειται για ένα πάρα πολύ σημαντικό βήμα… Αν εμείς οι μεγάλοι επηρεαζόμαστε από όλα αυτά που ακούμε και βλέπουμε καθημερινά, σκεφτείτε ότι ένα παιδί επηρεάζεσαι πολλαπλάσια.
7. Φροντίζουμε τους εαυτούς μας
Αν εμείς δεν μπορούμε να διαχειριστούμε τα συναισθήματά μας, την οργή, τη θλίψη μας, τότε θα κάνουμε μεγαλύτερο κακό από καλό. Τα παιδιά πρέπει να νιώθουν ότι οι μεγάλοι έχουν τον έλεγχο.
Φροντίζουμε πρώτα τους εαυτούς μας, διαχειριζόμαστε το δικό μας στρες, ανακτούμε την ηρεμία μας κι έπειτα συζητάμε με τα παιδιά. Αν δεν μπορούμε, απευθυνόμαστε σε κάποιον άλλον έμπιστο ενήλικα που θα τα καταφέρει καλύτερα.
Φυσικά, όλα τα παραπάνω ισχύουν και για εμάς τους ίδιους, καθώς είναι απόλυτα φυσιολογικό να αισθανόμαστε μπερδεμένοι, να μην ξέρουμε ποια είναι η αλήθεια και να χρειαζόμαστε βοήθεια και υποστήριξη από τους ανθρώπους που αγαπάμε κι εμπιστευόμαστε.
Με πληροφορίες από www.unicef.org